Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2008

Ποίηση και έρωτας
(Ή αλλιώς μάθημα ανάγνωσης)


Τα μάτια
-είπε-
είναι μονάχα ένα κομμάτι κρέας,
όταν αυτό που βλέπουν
είναι απλώς λέξεις.
Όπως
-συνέχισε-
και οι λέξεις
είναι μονάχα γράμματα
όταν αυτό που βλέπουν
είναι απλώς αισθήματα.
Και σηκώθηκε να τρέξει προς την θάλασσα.
Τα πόδια της γέμισαν άμμο μέχρι να φτάσει
και βγάζοντας το μπικίνι μόλις βουτούσε,
γύρισε και έλα
-φώναξε-
η θάλασσα είναι τώρα
όπως τώρα είμαι και εγώ…
Ένα μεγάλο κύμα την σκέπασε ολόκληρη
σβήνοντας τα χνάρια που είχε αφήσει στην άμμο...

Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2008

Αληθινή ζωή

Με άνοιξη μπολιάζεται το χέρι του Θανάτου
την ώρα που σε πλησιάζει
και νοιώθεις δροσερή στην καρδιά την αναπνοή του
(σαν την αφή κυμάτων στα πόδια σου,
δώδεκα η ώρα το μεσημέρι κατάστηθα καλοκαιριού,
όταν ρέει πάνω σου καυτός ο ήλιος
και είναι τα κύτταρα σου τότε όλα
μικρές εκρήξεις που σκάνε με πάταγο γεμίζοντας σε λαβα…)
Έτσι λυτρωτικά δροσερή
την νοιώθεις την Ανάσα του
αν είσαι από τους Αληθινά τους ζωντανούς
που μεταγλωττίζουν σε ζωή
ακόμα και τον θάνατο τους.

Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2008

Ανθρώπινη ανταμοιβή

Μες στην καρδιά μου περίλυπα νυστάζουν τα όνειρα,
αυτά που χρόνια πολεμούσαν την άρνηση και το ανεκπλήρωτο
Τα όνειρα που αλήθεψαν ένα του Ιουνίου βράδυ
όταν σαν αστραπή ξαφνική με κοίταξες στα μάτια
και ευθύς ο κόσμος ολάκερος ζεστάθηκε και γλύκανε
λες και ντύθηκε μεμιάς βελούδο και μετάξι …
Και τότε ημέρεψε μέσα μου ο αγώνας,
ξάπλωσα τις πληγές μου,
τα ματωμένα μου όνειρα στο λάδι του φιλιού σου
και με την ποίηση της σκέψης σου τα κοινώνησα
ήλιοι και ξημέρωμα να λάμψουν….
Μα ο αγώνας δεν είχε τελειώσει
δεν βάστηξε πολύ η αμάχη
Σύννεφα μαύρα, βαριά
με ονόματα αξιοσέβαστα
(ευθύνη, ηθική, χρέος)
και άλλα πιο μικρά πιο ταπεινά
(φόβος, άγνωστο, συνήθεια)
χύθηκαν τους ήλιους να κρύψουν
και το ξημέρωμα να σβήσουν,
διαλαλώντας τον φόβο σαν σύνεση
και το σκοτάδι σαν τρυφερό ημίφως...
Και κατέκλυσαν τότε τον κόσμο ολάκερο
ευτυχίες αποστειρωμένες, άοσμες, ωχρές
σαν κέρινες μάσκες νεκρικές…..
Έτσι απέμεινα μόνος πάλι
να κοιτάζω την πίκρα να εφορμά ενάντια μου,
όπως το γεράκι στο θήραμα του…

Έτοιμος όμως ξανά για αγώνα και μάχη,
ακολουθώ τον δρόμο που μου έταξαν τα όνειρα μέσα μου
να ζω, δηλαδή, παράξενες ευτυχίες τις νύχτες
και σε ένα τετράδιο μπλε να γράφω με προσμονή αίμα και δάκρυα
στίχους για πόθους για ζωή και αγάπη,
σαν έναν ζητιάνο
που το απόγευμα,
κάθε απόγευμα,
ζωγραφίζει με το δάχτυλο στην άκρη της θάλασσας
γράμματα μπερδεμένα και σχήματα αλλόκοτα
σαν τα ξεπεσμένα παιδικά του όνειρα.
Δεν πειράζει...............................................

Άλλωστε σημασία έχει μόνο να μπορείς να ξαπλώνεις
πλάι στην θάλασσα ακόμα
και όντας στο ψηλότερο βουνό
μήπως και συλλάβεις στον ύπνο σου
μικρά κοχύλια που κάθε βράδυ πέφτουν
από τον ουρανό σαν τον μηνιαίο φόρο
του άπειρου στον άνθρωπο....


Δικός σας.